Να σας γνωρίσω τη Γεωργία: δεύτερη ξαδέρφη μου, πολύ κοντινός και αγαπημένος άνθρωπος στα παιδικά μου χρόνια, όταν οι γονείς μας έκαναν πολλή παρέα. Αργότερα οι δρόμοι μας χώρισαν και συναντηθήκαμε ξανά πέρυσι, μετά από είκοσι πέντε χρόνια, σε ένα «reunion» όλων των ξαδερφιών από το «από ‘κεί σόι». Όταν είπα στη Γεωργία με τι ασχολούμαι, μου είπε περήφανα ότι κάνει κι αυτή γυμναστική σε ένα συνοικιακό γυμναστήριο. Τη ρώτησα τι ακριβώς κάνει εκεί και η απάντηση ήταν ακριβώς αυτή που περίμενα: διάδρομο, μηχανήματα και, που και που, κανένα ομαδικό τμήμα. Στην ερώτηση αν γυμνάζεται με ελεύθερα βάρη, μου είπε ότι κάνει λίγες ασκήσεις με πολύ ελαφριά βαράκια, «γιατί δεν θέλει να φουσκώσει».
Η Γεωργία είναι μερικά χρόνια μεγαλύτερη από μένα (εγώ είμαι σαράντα πέντε, άρα αυτό την κάνει γύρω στα πενήντα), είναι μητέρα δύο παιδιών, εργαζόμενη, επιχειρηματίας, νοικοκυρά και κάνει «γυμναστική»: χρόνια τώρα, πηγαίνει στο γυμναστήριο και μέρα με τη μέρα, μήνα το μήνα, χρόνο το χρόνο, κάνει τα ίδια (ή σχεδόν τα ίδια) πράγματα. Δεν προσθέτει βάρος στη μπάρα, δεν κάνει πιο δύσκολες ασκήσεις, δεν αυξάνει την αντίσταση ή την ένταση ενόσω ασκείται. Αν αλλάζει το παραμικρό στο πρόγραμμά της, το κάνει όταν βαριέται. Εν ολίγοις, δεν βελτιώνεται. Γιατί δύο από τις πιο βασικές αρχές που διέπουν την γυμναστική είναι η προοδευτική αύξηση της επιβάρυνσης και η παραλλαγή της προπονητικής επιβάρυνσης. Μην μπερδεύεστε από τις στομφώδεις λέξεις, το νόημα είναι απλό. Η γυμναστική είναι ένα είδος στρες, που αναγκάζει το σώμα να προσαρμόζεται, να γίνεται πιο δυνατό και να έχει ολοένα και περισσότερη διαθέσιμη ενέργεια για δραστηριότητες είτε σχετικές με τη γυμναστική είτε της καθημερινής ζωής. Όταν το πρόγραμμα γυμναστικής που ακολουθεί κάποιος παραμένει απαράλλαχτο για μεγάλο χρονικό διάστημα, η άσκηση παύει να αποτελεί στρες για το σώμα, άρα οι προσαρμογές σταματούν.
Η Γεωργία κάνει γυμναστική. Στην καλύτερη περίπτωση, καίει μερικές θερμίδες κάθε φορά που πηγαίνει στο γυμναστήριο και ίσως να νιώθει και μία παροδική ευφορία κάθε φορά που ολοκληρώνει το πρόγραμμά της – αυτό είναι όλο. Δεν μπορεί σήμερα να κάνει με το σώμα της κάτι που δεν μπορούσε να κάνει χτες και κατά πάσα πιθανότητα ποτέ δεν θα το καταφέρει. Καμιά φορά, την πονάει και η μέση της. Σε ό,τι αφορά την εμφάνισή της, μοιάζει με μια γυναίκα που προσέχει τη διατροφή της και ελέγχει το βάρος της. Αλλά η γυμναστική δεν φαίνεται πουθενά.
Επιτρέψτε μου τώρα να σας γνωρίσω τη Γεωργία. Όχι την ξαδέρφη μου, μια άλλη. Η Γεωργία κάνει προπόνηση (όχι γυμναστική) στο Δυναμό εδώ και δεκαπέντε μήνες. Στα τριάντα επτά της, παντρεμένη, εργαζόμενη, καπνίστρια, είχε κάνει κι αυτή γυμναστική περιστασιακά στο παρελθόν, αλλά δεν είχε βρει κάτι που να κρατήσει το ενδιαφέρον της αμείωτο. Στο Δυναμό κατάλαβε ότι της αρέσει να θέτει στόχους και να προπονείται ακολουθώντας συγκεκριμένες μεθοδολογίες προκειμένου να τους πετύχει. Μέρα με τη μέρα, μήνα το μήνα, μπαίνει στο γυμναστήριο με στόχο να καταρρίψει ένα ατομικό της ρεκόρ μέσα σε χρονικό διάστημα που έχουμε καθορίσει από πριν. Μέσα στους πρώτους οκτώ μήνες, πήρε μέρος σε ερασιτεχνικούς αγώνες kettlebell sport (στο αγώνισμα BOLT της παγκόσμιας ομοσπονδίας IKLF) σήκωσε συνολικό βάρος 2.160 κιλών (ναι, πάνω από δύο τόνους) μέσα σε δέκα λεπτά με την άρση του αρασέ με kettlebell 12 κιλών. Λίγους μήνες μετά, σήκωσε μιάμιση φορά το σωματικό της βάρος στην άσκηση του deadlift, για δύο επαναλήψεις. Πριν από καμιά δεκαπενταριά μέρες σήκωσε συνολικό βάρος 1.700 κιλών σε δέκα λεπτά με την άρση του επολέ-ζετέ με kettlebell 12 κιλών, ξανά σε αγωνιστικό meeting της IKLF. Και έχει ήδη θέσει τον επόμενο στόχο της, για το 2015: να κάνει όρθια πίεση (standing press) με το ένα χέρι, βάρους ίσου με το ένα τρίτο του σωματικού της βάρους.
Η Γεωργία κάνει προπόνηση, όχι γυμναστική. Καίει θερμίδες, και μάλιστα πολλές, αλλά όχι μόνον αυτό. Κάθε στιγμή που περνάει μέσα στο γυμναστήριο, κάνει κάτι που θα την βοηθήσει να επιτύχει έναν από τους στόχους που έχει θέσει εκ των προτέρων. Είναι αθλήτρια. Όχι επαγγελματίας, έχει άλλη δουλειά, που την αναγκάζει να είναι καθισμένη σε ένα γραφείο τουλάχιστον οκτώ ώρες την ημέρα. Δεν ξημεροβραδιάζεται στο Δυναμό, έρχεται τρεις φορές την εβδομάδα, από μιάμιση ώρα κάθε φορά. Και παρόλο που υπάρχουν μέρες που αισθάνεται κουρασμένη, οι στόχοι που έχει θέσει δεν την αφήνουν να αποκλίνει από την πορεία της και να «λουφάρει». Όπως και η ξαδέρφη μου η Γεωργία, νιώθει κι αυτή ευφορία κάθε φορά που τελειώνει το πρόγραμμά της. Αλλά κάθε φορά που επιτυγχάνει έναν από τους στόχους της, νιώθει κάτι παραπάνω: ότι μπορεί να κατακτήσει τον κόσμο! Το σώμα της έχει μεταμορφωθεί: δεν είναι «πρησμένη», «φουσκωμένη» ή «τούμπανο» (άλλωστε η φυσιολογία του γυναικείου σώματος δεν επιτρέπει την υπερτροφία παρά μόνο σε πολύ μικρό βαθμό), είναι όμως γυμνασμένη και φαίνεται. Κατά δήλωσή της, έχει πολύ περισσότερη ενέργεια και στη δουλειά της δεν χρειάζεται να ζητήσει τη βοήθεια ενός άντρα συναδέλφου για να κουβαλήσει μια βαριά κούτα χαρτιά, ενώ μπορεί να ανεβαίνει τα πέντε τετράγωνα ανηφόρας από το σούπερ μάρκετ μέχρι το σπίτι της φορτωμένη με σακούλες ψώνια χωρίς καν να λαχανιάσει. Προσέχει τη διατροφή της, αλλά μπορεί να φάει ένα γλυκό ή να πιεί μια μπύρα χωρίς να νιώθει ενοχές.
Η Γεωργία και η Γεωργία κάνουν δύο εκ πρώτης όψεως παρόμοια πράγματα, αλλά στην ουσία τους πολύ διαφορετικά. Η μία κάνει γυμναστική και φεύγει από το γυμναστήριο ακριβώς όπως πήγε. Η άλλη κάνει προπόνηση και φεύγει από το γυμναστήριο όντας πάντα λίγο καλύτερη από ό,τι πήγε. Εκτός απροόπτου θα συνεχίσει να βελτιώνεται μέρα τη μέρα, μήνα το μήνα, χρόνο με το χρόνο.
Για τον καινούργιο χρόνο που έρχεται, αν έχετε πρόθεση να διαβείτε το κατώφλι ενός γυμναστηρίου, ελπίζω πως τώρα ξέρετε ποια επιλογή είναι καλύτερη για σας. Άντε, καλή χρονιά!